Ποιος ήταν ο άνθρωπος που προς τιμήν του, πήρε το όνομα του ο συνοικισμός της Καλαμαριάς και ποια η ένδοξη ιστορία του;
Γεννήθηκε στην Ύδρα το 1877 και ήταν γιος του Ιωάννη Βότση και της Μαρίας Κουντουριώτη.
Καταγόταν από παλιές οικογένειες και ήταν ανιψιός του Παύλου και του Ιωάννη Κουντουριώτη καθώς και δισέγγονος του Γεωργίου Κουντουριώτη. Αποφοιτώντας από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων τοποθετήθηκε στο Θ/Κ ΥΔΡΑ όπου και έλαβε μέρος στον θαλάσσιο αποκλεισμό της Κρήτης στις αρχές 1897.
Με την έναρξη του Α' Βαλκανικού Πολέμου, ο υποπλοίαρχος Νικόλαος Βότσης διατάχθηκε να επιτηρεί την παραλιακή ζώνη της Κατερίνης με το τορπιλλοβόλλο «Τ- 11», προκειμένου να μην επιχειρηθεί εκφόρτωση πολεμικών εφοδίων από τουρκικά πλοία στα μαχόμενα Οθωμανικά στρατεύματά τους στη Μακεδονία.
Όμως, ο 35χρονος υδραίος αξιωματικός, γόνος ναυμάχων του '21, διψούσε για πολεμική δράση και έβαλε ως στόχο ένα παλαιό θωρηκτό του οθωμανικού στόλου, το «Φετχί Μπουλέντ», που ναυλοχούσε στο λιμάνι της τουρκοκρατούμενης τότε Θεσσαλονίκης.
Έμαθε ότι από το πλοίο είχαν αφαιρεθεί τα μεγάλα κανόνια του, τα οποία είχαν τοποθετηθεί στην ξηρά για την καλύτερη υπεράσπιση της περιοχής. Ζήτησε από το επιτελείο να δράσει και έλαβε θετική απάντηση.
Ο υποπλοίαρχος Νικόλαος Βότσης είχε ήδη προετοιμάσει τις κινήσεις του. Είχε ζητήσει αναλυτική πληροφόρηση από τον πρώην ναυτικό ακόλουθο της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη, τον Υδραίο αξιωματικό Αντώνιο Κριεζή.
Το «Φετχί Μπουλέντ», θεωρείτο το καμάρι του οθωμανικού Ναυτικού εξ ου και το όνομά του που σημαίνει «σπουδαίο καλλιτέχνημα».
Ο πλους του «Τ-11» αλλάζει. Από το Λιτόχωρο αρχίζει να κατευθύνεται προς τον Θερμαϊκό. Το συνόδευαν δύο καΐκια με επικεφαλής του καπεταναίους Νικόλαο Βλαχόπουλο και Μιχαήλ Κουφό, οι οποίοι είχαν το ρόλο του πλοηγού.
Λίγες ώρες αργότερα, στις 21:20’ της 18ης Οκτωβρίου 1912, το «Τ-11» έβαλε πλώρη για το Καραμπουρνού. Ο Βλαχόπουλος με το καΐκι του προηγείτο για να κάνει το βόλισμα και να εντοπίσει τις νάρκες που είχαν διασκορπισθεί στις εκβολές του Αξιού μέχρι το Καραμπουρνού, το Μεγάλο Έμβολο. Εκείνη τη βραδιά, ο υποπλοίαρχος Βότσης και το πλήρωμά του ήταν τυχεροί.
Πέρασαν μπροστά στο λιμάνι τις Θεσσαλονίκης χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Μόνο που εκτός από το «Φετχί Μπουλέντ», εκεί βρίσκονταν αγκυροβολημένα δύο ακόμα πολεμικά σκάφη, ένα αγγλικό κι ένα ρωσικό. Το χτύπημα έπρεπε να σχεδιαστεί άμεσα και γρήγορα, αλλά κυρίως με «χειρουργική ακρίβεια» ώστε να αποφευχθεί πιθανό διπλωματικό επεισόδιο.
Χτύπημα και απεμπλοκή
Οι περιγραφές του τορπιλισμού μεγαλώνουν την αγωνία. Από τον πυργίσκο μάχης του «Τ-11» ο υποπλοίαρχος Βότσης ξεχώρισε μέσα από τις διόπτρες το «κόσμημα» του οθωμανικού στόλου στο αριστερό του κυματοθραύστη. Από το Καραμπουρνάκι, οι τορπιλοσωλήνες ήταν γεμισμένες, έτοιμες.
«Ήρεμα έλξον» ήταν η διαταγή του Βότση στον τορπιλητή καθώς το «Τ-11» είχε πλησιάσει 150 μέτρα από το «Φετχί Μπουλέντ». Οι δύο τορπίλες έσκισαν τα νερά, αμέσως ο ύπαρχος Χατζίσκος διατάχθηκε να ρίξει την τορπίλη του καταστρώματος ενώ από τους άνδρες της γέφυρας ζητήθηκε να κάνουν «ανάποδα ολοταχώς».
Από τις εκρήξεις φωτίστηκε ολόκληρη η Θεσσαλονίκη ενώ άρχισαν να ακούγονται φωνές φρουρών και καμπάνες. Οι προβολείς άναψαν σε χρόνο μηδέν αναζητώντας το πλοίο που έπληξε τον τουρκικό θωρακοδρόμωνα.
Ο Βότσης, ωστόσο, είχε σχεδιάσει τις κινήσεις του. Ήδη είχε απομακρυνθεί από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και είχε προετοιμαστεί για το δεύτερο μέρος του σχεδίου του. Περνώντας ολοταχώς κάτω από τα φοβερά κανόνια που ήταν εγκαταστημένα στο Καραμπουρνού, διέταξε να ρίξουν προς τα εκεί μια χαιρετιστήρια κανονιά, σαν νικητήρια ιαχή, για να γιορτάσει την ολοκλήρωση του εγχειρήματός του.
Λίγες ώρες αργότερα κι αφού είχε απελευθερωθεί η Κατερίνη, ο Βότσης τηλεγράφησε:
«11.35, χθες Πέμπτην, ετορπιλίσαμεν επιτυχώς εις λιμένα Θεσσαλονίκης τουρκικόν θωρηκτόν “Φετχί Μπουλέντ”. Πλοίον βυθιζόμενον έκλινε δεξιά. Πλήρωμα και πλοίον ημών αβλαβή».
Ο τότε υπουργός Ναυτικών Νικόλαος Στράτος απάντησε:
«Συγχαίρω εγκαρδίως διά ναυτικόν κατόρθωμα.
Προς τιμήν σας διατάσσω όπως έκθεσις υμών ανακοινωθή δι’ ημερησίας διαταγής προς άπαντα τα πλοία του στόλου Αιγαίου και Αμβρακικού. Ετιμήσατε την πατρίδα και ένδοξον Ναυτικόν της.
»Θα προτείνω ηθικήν αμοιβήν υμών και υπάρχου, εν καιρώ δε ολοκλήρου του πληρώματος. Γνωστοποιήσατέ μας ονόματα πλοηγών, προς παροχήν ηθικής και υλικής αμοιβής προς αυτούς.
»Τα συγχαρητήριά μου ανακοινώσατε εις το υφ’ υμάς πλήρωμα δι’ ημερησίας διαταγής».
Το ραδιοτηλεγράφημαα αυτό μεταδόθηκε την ίδια στιγμή που ο θείος του Βότση, ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης αγκυροβολούσε με το θωρηκτό «Αβέρωφ» στον λιμένα του Μούδρου, στην απελευθερωμένη Λήμνο.
Καταρρακώθηκε ο Ταχσίν Πασάς
Ο Κενάν Μεσαρέ ήταν υπασπιστής του τότε Οθωμανού διοικητή Χασάν Ταχσίν Πασά. Από το ημερολόγιό του αντιγράφουμε:
«Εκεί που συζητούσαμε ησύχως με την παρουσία του Φρουράρχου (σ.σ. του πασά Χασάν Ταχσίν) η συνομιλία μας διακόπηκε από έναν εκκωφαντικό κρότο ο οποίος δόνησε ολόκληρη την πόλη. Τραντάχτηκε το Διοικητήριο. Ο αιφνιδιασμός ήταν τέτοιος ώστε μείναμε με ανοικτό το στόμα και την αναπνοή κρατημένη (…)
»Κάτωχρος και με μάτια κλειστά (σ.σ. ο Χασάν Ταχσίν) ψιθύρισε: “Ετορπιλίσθη το Φετχί Μπουλέντ”. Έμεινε ακίνητος, κοιτάζοντας τώρα σαν τρελλός το ακουστικό που κρατούσε ακόμα στα χέρια του».
Το γεγονός του τορπιλλισμού και της βύθισης του «Φετίχ Μπουλέντ» προκάλεσε μεγάλο ενθουσιασμό στο λαό και το μαχόμενο στρατό. Ήταν η πρώτη μεγάλη ναυτική επιτυχία των Βαλκανικών Πολέμων και γιορτάστηκε με πανηγυρισμούς σε όλη την Ελλάδα. Αναφορά στο κατόρθωμα του Βότση περιλαμβάνεται στον ύμνο του Πολεμικού Ναυτικού «Ο Ναύτης του Αιγαίου», που συνέθεσε το 1912 ο Κωνσταντίνος Λυκόρτας.
Μετά από την επιτυχία του αυτή κυβέρνησε τα θωρηκτά Κιλκίς και Λήμνος και διετέλεσε Ύπατος Αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1921 - 1922. Προάχθηκε σε υποναύαρχο και αποστρατεύθηκε κατόπιν αιτήσεώς του το 1922.
Απεβίωσε στην Αθήνα το 1931 και η κηδεία του έγινε στις 24 Σεπτεμβρίου.
Σήμερα, προς τιμήν του, το όνομά του φέρει η πυραυλάκατος του Πολεμικού Ναυτικού, ΤΠΚ ΒΟΤΣΗΣ (Ρ-72).
video youtube Konstantinos Papagiannopoulos