Κάθε πολίτης μπορεί να αλλάξει το επώνυμό του, εφόσον έχει νόμιμους, σοβαρούς και τεκμηριωμένους λόγους που να καθιστούν αναγκαία την αλλαγή.
Αυτό έκρινε το ΣτΕ σύμφωνα με το
real.gr εξετάζοντας υπόθεση που έφτασε στο ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο μετά από άρνηση δημάρχου (ο οποίος όπως και ο περιφερειάρχης καθώς και ο υπουργός εσωτερικών εμπλέκονται στη διαδικασία) να αποδεχθεί την αλλαγή επωνύμου ανήλικου.
Η υπόθεση
Ειδικότερα, το παιδί γεννήθηκε τον Ιούνιο του 2006 εκτός γάμου. Τον επόμενο μήνα ο φυσικός του πατέρας με συμβολαιογραφική πράξη το αναγνώρισε οπότε και έλαβε το επώνυμό του.
Τέσσερα χρόνια μετά, η μητέρα του ανήλικου παντρεύτηκε με άλλον άνδρα και έκτοτε οι τρεις τους ζούσαν στο ίδιο σπίτι ως οικογένεια.
Έτσι η μητέρα ζήτησε την αλλαγή του επωνύμου του παιδιού, ώστε να φέρει αντί αυτό του φυσικού του πατέρα, το δικό της και του συζύγου της, επικαλούμενη «ψυχολογικούς και κοινωνικούς λόγους». Οι οποίοι εδράζονταν, όπως υποστήριξε, στην έλλειψη επικοινωνίας του φυσικού πατέρα με το ανήλικο -ο οποίος είχε ήδη παντρευτεί από το έτος 2006-, αλλά και την φροντίδα του συζύγου της προς το παιδί.
Η απάντηση του δημάρχου στο αίτημα ήταν αρνητική με την αιτιολογία ότι : «δεν υφίσταται αρμοδιότητα του δημάρχου να προβεί σε αλλαγή του επωνύμου ανήλικων τέκνων, όταν γι’ αυτά υφίσταται αμετάκλητος προσδιορισμός του επωνύμου τους με δήλωση των γονέων τους, διότι άλλως καταστρατηγούνται οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του Αστικού Κώδικα, οι οποίες είναι ειδικές και υπερισχύουν των γενικών διατάξεων για πρόσληψη και αλλαγή επωνύμου».
Η προσφυγή
Μετά την άρνηση του δημάρχου, η μητέρα προσέφυγε στο ΣτΕ.
Το Δ´ τμήμα του Ανώτατου Δικαστηρίου επικαλούμενο το συνταγματικό δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, την νομοθεσία και τον Αστικό Κώδικα, έκρινε ότι «το επώνυμο αποτελεί μεν στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, πλην η πρόσκτηση ή η αλλαγή του δεν απόκειται στην ιδιωτική βούληση, αλλά ενδιαφέρει τη δημόσια τάξη, ως θέμα συναπτόμενο με την ασφάλεια των συναλλαγών και των εννόμων εν γένει σχέσεων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου του ατόμου, χωρεί δε κατ’ αρχήν διά της διοικητικής οδού.».
Σε κάθε περίπτωση, κατά τους δικαστές, η αλλαγή του επωνύμου, απαιτεί την συνδρομή συγκεκριμένων και σοβαρών λόγων, των οποίων η εκτίμηση ανήκει στην αρμόδια διοικητική αρχή, προσθέτοντας ότι ο δήμαρχος, είναι δέσμιος «σε κάθε περίπτωση, προπαντός, να εκτιμά τους λόγους που επικαλείται ο αιτών τη μεταβολή του επωνύμου του και να αποφαίνεται εν όψει της σοβαρότητας των λόγων αυτών, εάν ενδείκνυται ή όχι να εγκριθεί η ζητούμενη μεταβολή, αιτιολογώντας ειδικά, από την άποψη αυτή, την απόφασή του».
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, στην αρμοδιότητα του δημάρχου, υπάγεται εκτός των άλλων περιπτώσεων και η αλλαγή επωνύμου, αναγνωρισθέντος ή υιοθετηθέντος τέκνου (άρθρα 15061-562 Α.Κ.). Συνεπώς, ο δήμαρχος δεν άσκησε την κατά το νομοθετικό διάταγμα 2573/1953 αρμοδιότητά του, δηλαδή δεν εξέτασε αν με βάση τους λόγους που εξέθεσε η μητέρα του ανηλίκου, «ήταν ή όχι ενδεδειγμένη η μεταβολή του επωνύμου του υιού της, ώστε να δεχθεί ή να απορρίψει το αίτημα με ειδική αιτιολογία».
Βάση των παραπάνω το ΣτΕ ακύρωσε την απόφαση του δημάρχου και του ανέπεμψε την υπόθεση, προκειμένου να αποφανθεί νόμιμα και αιτιολογημένα επί του αιτήματος της προσφεύγουσας.